Η Γερμανία αντιμετώπισε τον τελευταίο χρόνο περίπου διπλάσιες ημέρες ακραίου καύσωνα εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, σε σύγκριση με ό,τι θα συνέβαινε χωρίς την υπερθέρμανση του πλανήτη.
Αυτό προκύπτει από ανάλυση της μη κερδοσκοπικής οργάνωσης Climate Central, της World Weather Attribution και άλλων διεθνών φορέων, που βασίστηκε σε διεθνή κλιματικά δεδομένα.
Σύμφωνα με την έρευνα, ακραίες ημέρες καύσωνα θεωρούνται εκείνες κατά τις οποίες η μέγιστη θερμοκρασία ξεπερνά το 90% του μέσου όρου που είχε καταγραφεί στην εκάστοτε περιοχή κατά την περίοδο 1991-2020.
Στη Γερμανία, από τον Μάιο του περασμένου έτους μέχρι τον φετινό Μάιο, καταγράφηκαν 50 τέτοιες ημέρες.
Από αυτές, οι 24 — σχεδόν οι μισές — αποδίδονται αποκλειστικά στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Η ανάλυση του φαινομένου
Οι επιστήμονες υπολόγισαν πόσες ακραίες ημέρες καύσωνα θα είχαν σημειωθεί σε ένα υποθετικό σενάριο χωρίς κλιματική αλλαγή και συνέκριναν τα αποτελέσματα με τα πραγματικά δεδομένα.
Έτσι, μπόρεσαν να εκτιμήσουν τον αντίκτυπο της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, το φαινόμενο δεν αφορά μόνο τη Γερμανία: σχεδόν τέσσερα δισεκατομμύρια άνθρωποι — δηλαδή περίπου το μισό του παγκόσμιου πληθυσμού — βίωσαν τουλάχιστον 30 επιπλέον ημέρες καύσωνα λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Συνολικά, σε 195 από τις 247 χώρες και περιοχές που εξετάστηκαν, η υπερθέρμανση του πλανήτη είχε ως αποτέλεσμα τουλάχιστον τον διπλασιασμό των ακραίων ημερών καύσωνα.
Στην Ευρώπη, το πιο έντονο παράδειγμα ήταν το κύμα καύσωνα του Ιουνίου 2024, που ξεκίνησε από την Ελλάδα και επεκτάθηκε σε Ρουμανία, Ασία και Εγγύς Ανατολή.
«Ο καύσωνας σκοτώνει»
Η Friederike Otto, διακεκριμένη κλιματική επιστήμονας στο Imperial College του Λονδίνου και ιδρύτρια της World Weather Attribution, σχολίασε χαρακτηριστικά: «Η κλιματική αλλαγή είναι εδώ, και σκοτώνει. Με κάθε βαρέλι πετρελαίου που καταναλώνεται, με κάθε τόνο διοξειδίου του άνθρακα που εκλύεται, με κάθε κλάσμα βαθμού που θερμαίνεται ο πλανήτης, περισσότεροι άνθρωποι θα υποφέρουν από καύσωνες».
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Robert Koch, το 2023 και το 2024 σημειώθηκαν περίπου 3.000 θάνατοι από τον καύσωνα στη Γερμανία.
Ιδιαίτερα ευάλωτοι είναι οι ηλικιωμένοι, τα άτομα με προβλήματα υγείας, αλλά και οι έγκυες, τα βρέφη και τα μικρά παιδιά.
Η ελπίδα για το μέλλον
Η Otto υπογράμμισε πάντως ότι υπάρχει λύση: «Γνωρίζουμε ακριβώς πώς να αποτρέψουμε την επιδείνωση των καυσώνων: να αναδιαμορφώσουμε τα ενεργειακά μας συστήματα, ώστε να είναι πιο αποδοτικά και να βασίζονται σε ανανεώσιμες πηγές, και να δημιουργήσουμε μια πιο δίκαιη και ανθεκτική κοινωνία».
Η μελέτη αυτή υπενθυμίζει με τον πιο έντονο τρόπο την επείγουσα ανάγκη για δράση απέναντι στην κλιματική κρίση — όχι μόνο για το περιβάλλον, αλλά και για τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων.