Η γερμανική αμυντική βιομηχανία ζει ημέρες πρωτοφανούς άνθησης, τη στιγμή που ο πάλαι ποτέ «ατμομηχανή» της οικονομίας – η αυτοκινητοβιομηχανία – δείχνει σημάδια κόπωσης.
Οι τεράστιες αμυντικές δαπάνες μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αναζωπύρωσαν το ενδιαφέρον για στρατιωτικές παραγγελίες, προσελκύοντας ακόμη και «παραδοσιακούς» προμηθευτές αυτοκινήτων.
Πολλές εταιρείες βλέπουν πλέον τη στροφή στην αμυντική βιομηχανία ως τρόπο να διασφαλίσουν την επιβίωση και την πλήρη εκμετάλλευση των παραγωγικών τους δυνατοτήτων.
Η «πράσινη» οικονομική άνθηση με ολίγον… χακί – Ποιοι μπαίνουν στο παιχνίδι της άμυνας
Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: ο σύνδεσμος της αμυντικής βιομηχανίας BDSV πενταπλασίασε τα μέλη του από το 2017 – από περίπου 70 σε 340 εταιρείες σήμερα.
Το νέο οικονομικό τοπίο προσελκύει κολοσσούς όπως Volkswagen, BMW και Mercedes-Benz, που εξετάζουν σοβαρά τη μετατροπή μέρους της παραγωγικής τους δυναμικότητας σε στρατιωτικές εφαρμογές για να εξασφαλίσουν θέσεις εργασίας και μερίδιο από τα 800 δισ. ευρώ που θα επενδύσει η ΕΕ στην άμυνα τα επόμενα χρόνια.
«Το μότο “από τα αυτοκίνητα στα όπλα” δεν είναι απλώς σύνθημα, αλλά πραγματική τάση», δηλώνει ο Hans Christoph Atzpodien, επικεφαλής του BDSV.
Η λίστα μελών περιλαμβάνει πλέον από την Airbus έως τη ZF Friedrichshafen, ενώ εμφανίζονται και εταιρείες-έκπληξη, όπως η IBM Deutschland και η Roland Berger.
Για πολλές εταιρείες του χώρου των λογισμικών ή των συμβουλευτικών υπηρεσιών, η προσαρμογή είναι ευκολότερη, όμως για κλασικούς κατασκευαστές απαιτούνται πολύπλοκες διαδικασίες πιστοποίησης, άδειες και νέες επενδύσεις.
Το γραφειοκρατικό «ναρκοπέδιο» και τα ηθικά διλήμματα της στροφής στα όπλα
Για όσους εξετάζουν σοβαρά τη μετατροπή της παραγωγής τους, τα εμπόδια δεν είναι αμελητέα: άδειες, ελέγχους ασφάλειας, και συχνά αβέβαιες προοπτικές, αν δεν υπάρξει πρώτα συγκεκριμένη ανάθεση έργου.
«Δεν το συνιστούμε σε όλους. Κάποιοι θα απογοητευτούν και θα φύγουν», παραδέχεται ο Atzpodien.
Το ηθικό διακύβευμα δεν λείπει: η οικογένεια Freudenberg, ιστορικός προμηθευτής της αυτοκινητοβιομηχανίας, είχε δεσμευτεί μεταπολεμικά να μη συμμετέχει στην παραγωγή οπλικών συστημάτων – κάτι που πλέον επανεξετάζεται δημόσια.
Η στροφή πολλών εταιρειών προς τον αμυντικό τομέα προκαλεί και κριτική, με τον πρόεδρο της Die Linke, Jan van Aken, να μιλά για «ανήθικη» κερδοφορία πάνω στον πόλεμο και τη δυστυχία.
Η Γερμανία ελπίζει να ξεφύγει από την ύφεση μέσω εξοπλισμών – Αλλά με τι τίμημα;
Η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία έχει πουλήσει το 25% λιγότερα αυτοκίνητα από το 2019, ενώ εταιρείες όπως η ZF Friedrichshafen ανακοινώνουν χιλιάδες απολύσεις.
Στον αντίποδα, ο αμυντικός τομέας υπόσχεται νέες θέσεις εργασίας, κερδοφορία και μέχρι 1,5% αύξηση του ΑΕΠ εάν οι δαπάνες φτάσουν στο 3,5% του ΑΕΠ, σύμφωνα με κυβερνητικές εκτιμήσεις.
Ωστόσο, μελέτες προειδοποιούν πως τα οικονομικά οφέλη είναι περιορισμένα: για κάθε 1 ευρώ στην αμυντική βιομηχανία, η υπόλοιπη οικονομία κερδίζει μόλις 50 λεπτά – σε αντίθεση με επενδύσεις σε υποδομές, εκπαίδευση ή κοινωνικές υπηρεσίες, που δημιουργούν πολλαπλάσια προστιθέμενη αξία.
Μια βιομηχανία που ποντάρει στην αστάθεια του κόσμου – Με ημερομηνία λήξης;
Η «στροφή στην άμυνα» δείχνει να αποτελεί το βασικό χαρτί της γερμανικής βιομηχανίας για τα επόμενα χρόνια, όμως πολλοί αναρωτιούνται αν αυτό το μοντέλο είναι διατηρήσιμο ή ηθικά αποδεκτό.
Ο ίδιος ο επικεφαλής του BDSV αναγνωρίζει πως «τίποτα δεν είναι για πάντα» και ελπίζει πως δεν θα χρειαστεί να φτάσουμε σε έναν νέο μεγάλο πόλεμο για να επανέλθουμε σε μια ειρηνική, κανονιστική τάξη πραγμάτων.
Προς το παρόν, πάντως, η γερμανική βιομηχανία δείχνει έτοιμη να στηρίξει την ανάπτυξή της όχι πια στην τεχνολογία του αυτοκινήτου, αλλά στα άρματα, τα drones και τα συστήματα άμυνας – με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία, την κοινωνία και τις αξίες της χώρας.