Η στεγαστική κρίση στη Γερμανία φτάνει σε νέα, ανησυχητικά επίπεδα, καθώς τα τελευταία επίσημα στοιχεία του Ομοσπονδιακού Στατιστικού Γραφείου (Destatis) δείχνουν ότι σχεδόν 500.000 άτομα – συγκεκριμένα 474.000 – ήταν χωρίς δική τους κατοικία στη χώρα μέχρι τις 31 Ιανουαρίου 2025.
Η έρευνα αφορά τη γενική κατηγορία της «στέγης χωρίς ιδιόκτητο σπίτι» και δεν περιλαμβάνει τους πραγματικά άστεγους που ζουν στον δρόμο ή σε καταφύγια, μια ακόμα πιο ακραία μορφή στεγαστικής ανασφάλειας.
Ο ορισμός που δίνει η έρευνα διαχωρίζει τη «στεγαστική ανασφάλεια» από την «απόλυτη αστεγία».
Οι πρώτοι δεν έχουν μόνιμη δική τους κατοικία, αλλά φιλοξενούνται προσωρινά σε φιλικά σπίτια, νεανικούς ξενώνες ή παρόμοιες δομές, ενώ οι άστεγοι είναι εντελώς εκτός στέγης και διαμένουν σε δημόσιους χώρους ή σε έκτακτες υποδομές.
Το νέο αυτό νούμερο, που αποτελεί ιστορικό ρεκόρ, αντιπροσωπεύει αύξηση 8% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.
Η Destatis αναφέρει ότι η αύξηση σχετίζεται εν μέρει με τη βελτίωση της διαδικασίας συλλογής δεδομένων, ωστόσο η γενικότερη τάση παραμένει έντονα ανοδική. Εντυπωσιακό είναι ότι το 84% όσων δεν διαθέτουν σταθερή κατοικία είναι αλλοδαποί – συνολικά 409.000, έναντι μόλις 65.700 Γερμανών.
Η μεγαλύτερη υπο-ομάδα μεταξύ των ξένων είναι οι πρόσφυγες από την Ουκρανία, οι οποίοι καλύπτουν το 29% όλων των περιπτώσεων.
Εξαιρετικά υψηλά είναι τα ποσοστά στεγαστικής ανασφάλειας στις νεότερες ηλικίες: το 41% των καταγεγραμμένων ατόμων είναι κάτω των 25 ετών.
Από πλευράς φύλου, οι άνδρες αντιπροσωπεύουν το 56% και οι γυναίκες το 42%, ενώ το 2% δηλώνει πως δεν ταυτίζεται με κάποιο από τα δύο φύλα.
Περιφερειακά, η Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία πλήττεται περισσότερο, με 117.900 άτομα χωρίς στέγη, ενώ σε ομόσπονδα κρατίδια όπως το Mecklenburg-Vorpommern καταγράφονται μόλις 700 περιπτώσεις.
Ο Joachim Krauß, αναπληρωτής διευθυντής της Ομοσπονδιακής Ένωσης Υποστήριξης Αστέγων (BAG W), υπογράμμισε ότι τα στοιχεία αποτελούν «πολιτικό συναγερμό» και μαρτυρούν μια βαθιά, διαρθρωτική κρίση, αποτέλεσμα ετών παραλείψεων και πολιτικής αδράνειας. Σύμφωνα με τον ίδιο, η ανάγκη για ριζικές και αποφασιστικές παρεμβάσεις είναι πλέον επιτακτική.
Οι αιτίες που οδηγούν σε απώλεια στέγης είναι σύνθετες. Το 2023, πάνω από το 50% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι έχασαν το σπίτι τους λόγω καταγγελίας της μίσθωσης, ενώ άλλα συχνά αίτια είναι τα ενοικιαστικά και ενεργειακά χρέη, διαπροσωπικές συγκρούσεις ή οικογενειακοί χωρισμοί.
Το πρόβλημα αγγίζει ιδιαίτερα τους φοιτητές και τους σπουδαστές, οι οποίοι δαπανούν σχεδόν το μισό τους εισόδημα για ενοίκιο σε μεγαλουπόλεις όπως το Μόναχο και το Βερολίνο, με κρατικές παροχές όπως το BAFÖG και οι υποτροφίες να αποδεικνύονται ανεπαρκείς.
Πολλοί καταφεύγουν στη βοήθεια γονέων ή σε παράλληλες εργασίες για να τα βγάλουν πέρα, ωστόσο όσοι δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα αντιμετωπίζουν σοβαρότατες δυσκολίες στην εύρεση στέγης.
Τι κάνει το κράτος για να αντιμετωπίσει τη νέα κρίση; Στον κυβερνητικό συνασπισμό έχει τεθεί στόχος εξάλειψης της στεγαστικής ανασφάλειας έως το 2030. Ήδη από τον Απρίλιο του 2024 υιοθετήθηκε ο Εθνικός Σχεδιασμός για την Καταπολέμηση της Αστεγίας, που προβλέπει επενδύσεις 21,65 δισ. ευρώ στον κοινωνικό τομέα της κατοικίας, αναμόρφωση και επέκταση του επιδόματος ενοικίου (Wohngeld) και βελτίωση της επείγουσας υποστήριξης, όπως η δημιουργία νέων καταφυγίων.
Παράλληλα, η κυβέρνηση έχει δεσμεύσει επιπλέον κονδύλια, περίπου 2% από το ειδικό ταμείο των 500 δισ. ευρώ για την κοινωνική στέγαση.
Παρ’ όλα αυτά, οργανώσεις όπως ο Γερμανικός Μισθωτικός Σύλλογος και η BAG W ασκούν έντονη κριτική, τονίζοντας πως τα προβλεπόμενα μέτρα δεν επαρκούν και ζητούν τουλάχιστον 12,5 δισ. ευρώ ετησίως για νέα κοινωνική στέγαση.
Επιπλέον, προτείνεται καθιέρωση ποσοστού κοινωνικών κατοικιών που θα διατίθεται αποκλειστικά για άστεγους, αυστηρότερη προστασία ενοικιαστών και θεσμοθέτηση δομών πρόληψης απώλειας κατοικίας σε κάθε περιφέρεια.
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η αποτελεσματική αντιμετώπιση της βαθιάς, κοινωνικής αυτής κρίσης απαιτεί τολμηρές και μακροπρόθεσμες παρεμβάσεις.