Ο δημόσιος διάλογος για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος έχει μετατραπεί σε ένα από τα πιο πιεστικά πολιτικά ζητήματα στη Γερμανία.
Στελέχη της CDU και της CSU εκφράζουν ολοένα και μεγαλύτερη δυσαρέσκεια απέναντι στη συνεργασία με το SPD, παρά το γεγονός ότι η ηγεσία της Union επιμένει πως η Koalition πρέπει να διατηρηθεί μέχρι το 2029.
Παρ’ όλα αυτά, στο εσωτερικό της αντιπολίτευσης εξετάζονται ήδη σοβαρά σενάρια για το ενδεχόμενο πρόωρης ρήξης.
Πληροφορίες από κομματικούς κύκλους αναφέρουν ότι τις τελευταίες ημέρες στο Βερολίνο συζητήθηκαν συγκεκριμένα πολιτικά σενάρια, μεταξύ των οποίων και η πιθανότητα μιας Minderheitsregierung σε περίπτωση κατάρρευσης της συνεργασίας με το SPD.
Παρά την επίσημη επιφύλαξη που εξακολουθεί να εκφράζει ο Friedrich Merz, η συζήτηση αυτή πλέον δεν θεωρείται θεωρητική.
Το συνταξιοδοτικό
Το Rentenpaket περιλαμβάνει σειρά παρεμβάσεων: την Aktivrente, παρεμβάσεις στη Mütterrente και τη διατήρηση του ελάχιστου Rentenniveau στο 48% έως το 2031.
Η τελευταία πρόβλεψη είναι και το σημείο που έχει προκαλέσει τη μεγαλύτερη αντίδραση, κυρίως από τη Junge Gruppe της CDU/CSU-Fraktion, η οποία εκτιμά ότι το δημοσιονομικό βάρος για τις γενιές που ακολουθούν θα είναι υπέρμετρο.
Σύμφωνα με οικονομικές εκτιμήσεις, η δέσμευση αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε επιπλέον κόστος άνω των 100 δισ. ευρώ στην περίοδο 2032–2040.
Η συζήτηση αυτή έχει εντείνει την καχυποψία στο εσωτερικό της Ένωσης, όπου πολλοί βουλευτές θεωρούν ότι δύσκολα μπορεί να διατηρηθεί η κυβερνητική συνοχή μέχρι το τέλος της θητείας.
Ο προϋπολογισμός ως καθοριστικός σταθμός
Στελέχη της Union υποστηρίζουν ότι ο ομοσπονδιακός προϋπολογισμός του 2026 είναι το κρίσιμο ορόσημο.
Εφόσον εγκριθεί από τον Bundestag, εκτιμούν πως θα έχει εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση για κεντρικά έργα, από την άμυνα έως τις υποδομές.
Από εκεί και έπειτα, ένα αυξημένο επίπεδο πολιτικής τριβής με το SPD θεωρείται αναμενόμενο και πιθανώς αναπόφευκτο.
Σύμφωνα με όσα συζητούνται σε υψηλόβαθμα κομματικά κλιμάκια, η Union θεωρεί πως ακόμη και μια Regierung χωρίς σταθερή πλειοψηφία θα μπορούσε να λειτουργήσει για ορισμένους μήνες, ενδεχομένως μέχρι το 2027, αξιοποιώντας την προσωρινή Haushaltsführung.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, ο Merz παραμένει καγκελάριος, αλλά κυβερνά με μεταβαλλόμενα κοινοβουλευτικά στηρίγματα.
Πολιτική πίεση και εσωτερικές αντιθέσεις
Στελέχη της Union υποστηρίζουν ότι μια Minderheitsregierung θα απάλλασσε το κόμμα από πιέσεις για συμβιβασμούς σε θέματα όπως η μεταναστευτική πολιτική ή η νομοθεσία για την άμβλωση, όπου υπάρχουν βαθιές διαφωνίες με SPD, Grünen και Linke.
Κάποιοι βουλευτές επισημαίνουν ότι η συνέχιση της συνεργασίας εγκλωβίζει την κυβέρνηση σε διαρκή ακινησία.
Ταυτόχρονα, κομματικές πηγές παραδέχονται ότι το SPD αντιλαμβάνεται την εσωτερική αδυναμία της Union να διατηρήσει ομοψυχία στις ψηφοφορίες, γεγονός που ενισχύει την πολιτική πίεση.
Η συζήτηση αυτή επαναφέρει στο προσκήνιο και την κριτική προς τον Merz, καθώς ένα μέρος της Fraktion θεωρεί ότι ο μέχρι σήμερα μετριοπαθής του χειρισμός δεν αποδίδει.
Τα μέτωπα που μπορούν να ανατρέψουν την ισορροπία
Πέρα από το συνταξιοδοτικό, σειρά κρίσιμων θεμάτων μπορούν να αναδειχθούν σε αφορμή ρήξης:
Συντάξεις
Η κυβέρνηση προχώρησε με το Rentenpaket, αλλά δεν διαθέτει σαφή πλειοψηφία εντός Bundestag. Οι ενστάσεις από την Union οδήγησαν ήδη στην αναβολή της τελικής ψηφοφορίας πριν από τα Χριστούγεννα, προκαλώντας αναταραχή στο SPD.
Φορολογία
Από τις αρχές του 2026 αναμένεται νέα συζήτηση για αυξήσεις φόρων, μεταξύ άλλων και στην κληρονομιά. Στελέχη της CDU σημειώνουν ότι τα περιθώρια για νέες υποχωρήσεις από την πλευρά τους έχουν ουσιαστικά μηδενιστεί.
Εκλογές σε Rheinland-Pfalz
Η Landtagswahl του Μαρτίου 2026 θεωρείται πιθανή πηγή έριδας. Μια επικράτηση της CDU και απώλεια του υπουργείου-προεδρίας από το SPD εκτιμάται ότι θα μπορούσε να οδηγήσει το SPD σε σκληρότερη κατεύθυνση, δυσκολεύοντας περαιτέρω τη συνεργασία.
Η δημόσια παρέμβαση από τη Βαυαρία
Ο Markus Söder διαφοροποιήθηκε ανοιχτά από τα σενάρια Minderheitsregierung, προειδοποιώντας ότι μια τέτοια μορφή διακυβέρνησης δυσκολεύει τη λήψη αποφάσεων και φέρνει τη χώρα σε κατάσταση πολιτικής αβεβαιότητας, την οποία συνέκρινε με περιόδους βαθιών κρίσεων του παρελθόντος.
Οι προσεχείς μήνες θα δείξουν εάν οι προειδοποιήσεις αυτές λειτουργήσουν αποτρεπτικά ή αν η πολιτική πραγματικότητα οδηγήσει την κυβέρνηση σε νέα φάση αβεβαιότητας.

