Η Γερμανία βρίσκεται στο επίκεντρο μιας νέας δημόσιας διαμάχης. Ο Καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, σε πρόσφατη τοποθέτησή του, κάλεσε τους πολίτες στη Γερμανία να δουλέψουν περισσότερο και πιο αποδοτικά, δηλώνοντας ότι με την τάση της τετραήμερης εργασίας και την εμμονή στην ισορροπία μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής, η χώρα δεν μπορεί να διατηρήσει το επίπεδο του πλούτου της.
Οι δηλώσεις αυτές πυροδότησαν έντονες αντιδράσεις, φέρνοντας στο φως το χάσμα ανάμεσα στις πολιτικές ηγεσίες και την καθημερινότητα των πολιτών.
Η πραγματικότητα είναι ότι οι Γερμανοί εργάζονται κατά μέσο όρο 34,4 ώρες την εβδομάδα, λιγότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των 36,9 ωρών.
Όμως, πίσω από τα νούμερα κρύβονται διαφορετικές ανθρώπινες ιστορίες, κόπωση, αγωνία για επιβίωση και περιορισμένες δυνατότητες βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου.
Όταν η καθημερινότητα δεν αφήνει περιθώρια για περισσότερη δουλειά
Η Ιβόν Κάιτουρι από τη Θουριγγία εργάζεται ήδη πάνω από 80 ώρες την εβδομάδα, συνδυάζοντας τη διαχείριση της επιχείρησής της με τη φροντίδα του παππού της.
Για εκείνη, η απαίτηση για περισσότερη εργασία είναι αδύνατη. Όπως δηλώνει, το πρόβλημα δεν είναι η τεμπελιά, αλλά η έλλειψη στήριξης στις μικρές επιχειρήσεις και στις κοινωνικά ευάλωτες ομάδες.
Αντίθετα, κάποιοι, όπως ο Ράινερ Άιντνερ, ιδιοκτήτης περιπτέρου στη Σαξονία, θεωρούν ότι ο Μερτς έχει δίκιο και ότι η επιστροφή στην κλασική 40ωρη εβδομάδα εργασίας θα βοηθούσε στην επίλυση του προβλήματος έλλειψης προσωπικού.
Η νέα γενιά και η σύγκρουση νοοτροπίας
Δεν έλειψαν και οι επικρίσεις προς τους νέους, με την κατηγορία ότι έχουν υιοθετήσει έναν πιο βολικό τρόπο ζωής, βασιζόμενοι στην κρατική στήριξη.
Άλλοι, όμως, αντιτείνουν ότι η νέα γενιά διεκδικεί καλύτερη ποιότητα ζωής, κάτι που η προηγούμενη γενιά ποτέ δεν τόλμησε να απαιτήσει.
Η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Σε επαγγέλματα με έντονη σωματική καταπόνηση, όπως το λιανεμπόριο, η εστίαση και η οικοδομή, οι εργαζόμενοι δηλώνουν ήδη εξαντλημένοι.
Οι γυναίκες, ειδικά οι μητέρες, αντιμετωπίζουν το πρόσθετο εμπόδιο της ανεπαρκούς παιδικής μέριμνας, που καθιστά αδύνατες τις μεγαλύτερες ώρες εργασίας.
Όταν η σκληρή δουλειά δεν αρκεί για να ζήσεις αξιοπρεπώς
Ο Σβεν Ζάιφαρτ, εργοδηγός από την Έρφουρτ, δίνει μια πιο σκληρή διάσταση στο ζήτημα: «Όταν δύο δουλειές δεν επαρκούν για να επιβιώσεις, δεν μιλάμε για έλλειψη εργασιακής ηθικής, αλλά για ένα βαθύ κοινωνικό πρόβλημα. Το κάλεσμα σε περισσότερη δουλειά είναι απλώς ένας εύκολος αποπροσανατολισμός από τις πραγματικές αιτίες της κρίσης».
Στον αντίποδα, υπάρχουν φωνές που βλέπουν την κατάσταση πιο ωμά. Ο Άξελ Μπίελ, κηπουρός από το Αμβούργο, δηλώνει ότι η έννοια της εργασιακής ισορροπίας δεν έχει θέση στο χειρωνακτικό επάγγελμα.
«Αν δεν δουλέψεις, δεν θα έχεις τίποτα. Είναι τόσο απλό», λέει.
Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση;
Το αν οι Γερμανοί δουλεύουν αρκετά ή όχι δεν είναι ζήτημα μόνο αριθμών.
Η κοινωνία αλλάζει, οι ανάγκες διαφοροποιούνται, η ψυχική και σωματική υγεία τίθενται πλέον στο προσκήνιο. Το αντέχει, όμως, αυτό η οικονομία;
Η απάντηση ίσως να βρίσκεται σε πιο έξυπνες και αποδοτικές μορφές εργασίας και στην ενίσχυση των κοινωνικών υποδομών, παρά στην απλή αύξηση των ωρών δουλειάς.
Σε κάθε περίπτωση, το debate για το μέλλον της εργασίας στη Γερμανία φαίνεται ότι μόλις ξεκίνησε.
Δείτε επίσης: Έλληνες οι Ευρωπαίοι που εργάζονται τις περισσότερες ώρες την εβδομάδα