Η νέα κυβέρνηση συνασπισμού CDU/CSU και SPD δηλώνει αποφασισμένη να περιορίσει τις κρατικές δαπάνες, ωστόσο όταν πρόκειται για την κρατική χρηματοδότηση των κομμάτων, η εικόνα αλλάζει ριζικά.
Όπως προκύπτει από πρόσφατη ανακοίνωση της προέδρου της Bundestag, Julia Klöckner, οι κρατικές επιχορηγήσεις προς τα πολιτικά κόμματα θα αυξηθούν εκ νέου και μάλιστα αναδρομικά για το 2025, κατά έξι εκατομμύρια ευρώ – φτάνοντας τα 225,4 εκατομμύρια ευρώ συνολικά.
Αύξηση επιχορηγήσεων παρά τις υποσχέσεις για λιτότητα
Η αιτιολογία για την αύξηση βασίζεται σε στατιστικά στοιχεία της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας, σύμφωνα με τα οποία οι “κομματικές δαπάνες” αυξήθηκαν κατά 2,8% μέσα στο 2024. Ως εκ τούτου, το ποσό των κρατικών χρηματοδοτήσεων προς τα κόμματα προσαρμόζεται αντίστοιχα. Δεν πρόκειται για την πρώτη αύξηση: μόλις ένα χρόνο πριν, οι επιχορηγήσεις είχαν αυξηθεί κατά σχεδόν δέκα εκατομμύρια ευρώ ή 4,6%.
Πόσα χρήματα παίρνουν τα πολιτικά κόμματα στη Γερμανία;
Το ύψος της χρηματοδότησης εξαρτάται από τις ψήφους που έλαβαν τα κόμματα στις τελευταίες εκλογές. Συγκεκριμένα, για τις πρώτες τέσσερα εκατομμύρια ψήφους, τα κόμματα θα λαμβάνουν 1,21 ευρώ ανά ψήφο (αντί για 1,18 ευρώ), ενώ για κάθε επιπλέον ψήφο, το ποσό θα είναι 99 λεπτά (από 97 λεπτά).
Παρακάτω παρατίθενται τα ποσά που έλαβαν τα μεγαλύτερα κόμματα από το δημόσιο ταμείο το 2023:
- CDU: 57,96 εκατομμύρια ευρώ
- SPD: 51,3 εκατομμύρια ευρώ
- Πράσινοι: 32,6 εκατομμύρια ευρώ
- FDP: 18,58 εκατομμύρια ευρώ
- Die Linke: 13,95 εκατομμύρια ευρώ
- CSU: 12,6 εκατομμύρια ευρώ
- AfD: 11,6 εκατομμύρια ευρώ
Ποιοι είναι δικαιούχοι κρατικής χρηματοδότησης
Τα κόμματα που λαμβάνουν τουλάχιστον 0,5% των δεύτερων ψήφων (Zweitstimmen) σε εθνικές ή ευρωεκλογές ή τουλάχιστον 1% σε περιφερειακές εκλογές έχουν δικαίωμα σε κρατική χρηματοδότηση.
Δηλαδή, το σύστημα δεν αφορά μόνο τα μεγάλα κόμματα αλλά και μικρότερους σχηματισμούς που περνούν τα σχετικά εκλογικά κατώφλια.
Πολιτική συνέπεια ή πολιτικό συμφέρον;
Η απόφαση για αύξηση των επιχορηγήσεων έχει ήδη προκαλέσει αντιδράσεις στους πολιτικούς και δημοσιογραφικούς κύκλους, καθώς έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη ρητορική λιτότητας της νέας κυβέρνησης.
Πολλοί επικριτές κάνουν λόγο για δυσαρμονία ανάμεσα σε αυτά που λέγονται δημόσια και σε αυτά που εφαρμόζονται “εσωτερικά”, ιδίως όταν η κοινή γνώμη πιέζεται από τον πληθωρισμό και την πίεση στους προϋπολογισμούς.