Η νέα κυβερνητική συμφωνία μεταξύ CDU, CSU και SPD προβλέπει σταδιακή υποχρέωση για αποδοχή ηλεκτρονικών πληρωμών από όλες τις επιχειρήσεις, παράλληλα με τη χρήση μετρητών.
Αν και δεν αναφέρεται ξεκάθαρα ως «υποχρεωτική χρήση κάρτας», οι επιχειρηματίες διαβάζουν πίσω από τις γραμμές: η κάρτα προωθείται, το μετρητό περιορίζεται.
Στο Μόναχο και σε όλη τη Βαυαρία, η αντίδραση των μικρών καταστημάτων, αγορών και κινητών πωλητών είναι σφοδρή.
Ο φόβος τους δεν περιορίζεται μόνο στο οικονομικό κόστος – αλλά επεκτείνεται και σε ζητήματα προσωπικών δεδομένων και απώλειας της οικονομικής ανεξαρτησίας του πελάτη.
«Οι προμήθειες μας πνίγουν» – η κραυγή των καταστηματαρχών
Μία βιβλιοπώλισσα από το Glockenbachviertel του Μονάχου δηλώνει αγανακτισμένη: «Το κράτος παρεμβαίνει στην επιχειρηματική μας ελευθερία. Μας λένε τι πρέπει να κάνουμε στο ταμείο».
Όπως εξηγεί, για περίπου 600 συναλλαγές με κάρτα τον μήνα, πληρώνει 95 ευρώ σε προμήθειες – δηλαδή κατά μέσο όρο 15 λεπτά ανά συναλλαγή.
Και όπως λέει χαρακτηριστικά, «αν κάποιος αγοράσει μια κάρτα των 1,20 ευρώ, σχεδόν 12,5% του ποσού φεύγει σε προμήθειες».
Οι πιστωτικές κάρτες, όπως τονίζει, είναι ακόμη πιο ακριβές, με επιβάρυνση 1% έως και 3% ανά συναλλαγή.
Αν οι χρεώσεις αυτές συνεχίσουν να αυξάνονται, «η λειτουργία της επιχείρησης απλώς δεν θα συμφέρει».
«30% των επιχειρήσεων δεν δέχονται κάρτες – και με το δίκιο τους»
Ο πρόεδρος του Βαυαρικού Συνδέσμου Ξενοδοχείων και Εστίασης (Dehoga), Thomas Geppert, επισημαίνει ότι περίπου το 30% των μελών του δεν δέχεται κάρτες πληρωμής, κυρίως επειδή οι πελάτες τους επιμένουν στα μετρητά.
Επιπλέον, η εισαγωγή συστημάτων ηλεκτρονικών πληρωμών έχει υψηλό κόστος αγοράς και συντήρησης – ειδικά για τους επιχειρηματίες της επαρχίας.
Ο Geppert αναφέρει επίσης ότι σε πολλές αγροτικές περιοχές δεν υπάρχει επαρκές δίκτυο κινητής τηλεφωνίας ή internet, κάτι που καθιστά τεχνικά αδύνατη την αποδοχή καρτών.
Το Υπουργείο Οικονομίας της Βαυαρίας προειδοποιεί για μαζικά λουκέτα
Το Βαυαρικό Υπουργείο Οικονομίας, με επικεφαλής τον Hubert Aiwanger (Freie Wähler), εξέφρασε ξεκάθαρα την αντίθεσή του στο σχέδιο.
Όπως σημειώνει εκπρόσωπος του υπουργού, «η απαίτηση αυτή έρχεται σε μια περίοδο όπου οι επιχειρήσεις ήδη δοκιμάζονται οικονομικά». Μάλιστα, δεν αποκλείει το ενδεχόμενο επιπλέον επιχειρήσεις να αναγκαστούν να διακόψουν τη δραστηριότητά τους.
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στα πανηγύρια, τις αγορές και τους πλανόδιους εμπόρους, όπου η χρήση καρτών είναι πρακτικά ασύμφορη.
Σε περίπτωση εφαρμογής, θα πρέπει να εξεταστεί κρατική οικονομική στήριξη, σύμφωνα με το υπουργείο.
Παράλληλα, εκφράζονται ανησυχίες για τον ρόλο του μετρητού ως στοιχείο ελευθερίας και ανωνυμίας. Ο περιορισμός του, σύμφωνα με τους Freie Wähler, συνιστά απειλή για την προσωπική αυτονομία του πολίτη.
Η πλευρά των τραπεζών και των εμπόρων
Ο Γερμανικός Εμπορικός Σύνδεσμος (HDE) θεωρεί την υποχρεωτική κάρτα έμμεσο δώρο προς τις εταιρείες πληρωμών.
Αντιθέτως, ο Βαυαρικός Εμπορικός Σύνδεσμος επισημαίνει ότι και το μετρητό έχει το δικό του κόστος: υψηλά τέλη για καταθέσεις και αναλήψεις κερμάτων, κίνδυνος λάθους στο ρέστα ή αποδοχής πλαστών χαρτονομισμάτων.
Φυσικά, και οι ηλεκτρονικές συναλλαγές δεν είναι άμοιρες κινδύνου, αφού υπάρχουν πολυάριθμες περιπτώσεις απάτης μέσω πιστωτικών και χρεωστικών καρτών.
«Θέλουμε να πολεμήσουμε τη φοροδιαφυγή», λέει το SPD
Ο βουλευτής του SPD Michael Schrodi, που πρωτοστάτησε στην πρόταση, δηλώνει ότι στόχος της ρύθμισης είναι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, ειδικά σε τομείς με υψηλή χρήση μετρητών, όπως η εστίαση.
«Θέλουμε να προστατεύσουμε τους τίμιους επαγγελματίες από αθέμιτο ανταγωνισμό», αναφέρει.
Από την πλευρά των Πρασίνων, η Gisela Sengl δηλώνει υπέρ της ψηφιοποίησης, αλλά προειδοποιεί ότι «το μετρητό πρέπει να παραμείνει παντού διαθέσιμο».
Επίσης, ασκεί κριτική για την κατάργηση της υποχρεωτικής έκδοσης απόδειξης (Bonpflicht), λέγοντας ότι «κλείνει ένα κενό και ανοίγει ένα άλλο».
Η AfD και οι Freie Wähler τονίζουν τον κίνδυνο αυξημένου κόστους και τεχνικών εμποδίων για μικρές επιχειρήσεις, ειδικά στην ύπαιθρο, ενώ υπογραμμίζουν και το δικαίωμα στην οικονομική ιδιωτικότητα.
Οι αριθμοί αποκαλύπτουν μια αλλαγή – αλλά το μετρητό ζει ακόμη
Σύμφωνα με μελέτη του ινστιτούτου EHI, το 2024 το 63,5% του τζίρου στο λιανικό εμπόριο στη Γερμανία έγινε μέσω καρτών, σημειώνοντας αύξηση 1,7 ποσοστιαίων μονάδων σε σχέση με το 2023. Το ποσοστό μετρητών μειώθηκε στο 33,8%.
Ωστόσο, με βάση τον αριθμό των συναλλαγών, το μετρητό παραμένει η πιο διαδεδομένη μέθοδος πληρωμής: το 2024, 54,6% των 20 δισεκατομμυρίων συναλλαγών πραγματοποιήθηκε ακόμη με κέρματα και χαρτονομίσματα.