Το γερμανικό σύστημα επαγγελματικής εκπαίδευσης και μαθητείας, που για δεκαετίες παρείχε σταθερή ροή εξειδικευμένων τεχνιτών και αποτέλεσε πρότυπο διεθνώς, βρίσκεται σήμερα σε βαθιά κρίση.
Οι αριθμοί είναι ανησυχητικοί: όλο και λιγότεροι νέοι επιλέγουν την επαγγελματική κατάρτιση, ενώ σχεδόν ένας στους τρεις εγκαταλείπει πριν ολοκληρώσει τη φοίτηση.
Από την επιτυχία στην πτώση
Για δεκαετίες, η τριετής μαθητεία –με συνδυασμό θεωρητικής εκπαίδευσης σε επαγγελματικές σχολές και πρακτικής σε επιχειρήσεις– αποτελούσε «μηχανή» παραγωγής επαγγελματιών. Το μοντέλο είχε κερδίσει διεθνή αναγνώριση, ακόμη και επαίνους από τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα.
Σήμερα, όμως, η εικόνα έχει αλλάξει: σύμφωνα με την Deutsche Industrie- und Handelskammer (DIHK), το 48% των εταιρειών που πρόσφεραν θέσεις το 2024 δεν κατάφεραν να τις καλύψουν, ενώ πάνω από το ένα τρίτο δεν έλαβε ούτε μία αίτηση.
Εκτιμάται ότι περίπου 25.000 επιχειρήσεις έμειναν χωρίς κανέναν νέο μαθητευόμενο, με τις μεγαλύτερες ελλείψεις να παρατηρούνται στη βιομηχανία, την εστίαση, το λιανεμπόριο, τις μεταφορές και τις κατασκευές.
Αναντιστοιχία δεξιοτήτων και αναγκών
Ο διευθυντής του Ινστιτούτου Έρευνας για την Αγορά Εργασίας, Μπερντ Φίτζενμπέργκερ, υπογραμμίζει ότι η αναντιστοιχία ανάμεσα στις ανάγκες των εργοδοτών και τα ενδιαφέροντα των νέων έχει φτάσει σε ακραία επίπεδα.
Το πρόβλημα εντείνεται από την αργή προσαρμογή των προγραμμάτων σε σύγχρονους τομείς, όπως η πληροφορική, αλλά και από την απροθυμία των νέων να εισέλθουν σε επαγγέλματα που κινδυνεύουν να αυτοματοποιηθούν ή να μεταφερθούν στο εξωτερικό.
Η σκιά του δημογραφικού
Με τον μισό πληθυσμό της χώρας άνω των 40 ετών και τις γεννήσεις να μειώνονται, η ανάγκη για νέες γενιές τεχνιτών είναι επιτακτική. Στο Μπρανδεμβούργο, ο 17χρονος Γιάννες εκπαιδεύεται στην ξυλουργική, αρνούμενος να εργαστεί σε γραφείο:
«Δεν έχω υπομονή για δουλειά γραφείου – θέλω να πιάνω δουλειά με τα χέρια μου», λέει χαρακτηριστικά.
Ο εργοδότης του, Ντιρκ Σούλτσε, τον περιγράφει ως «εύρημα», καθώς οι περισσότερες αιτήσεις που λαμβάνει είναι από υποψηφίους χωρίς επαρκείς δεξιότητες ή ακόμη και με σοβαρά προσωπικά προβλήματα.
Οι προκλήσεις στις επαγγελματικές σχολές
Οι περισσότερες από 3.600 επαγγελματικές σχολές της Γερμανίας καλούνται να εκπαιδεύσουν μαθητευόμενους σε δεκάδες επαγγέλματα – από τη φιλοξενία και την υγεία έως την ηλεκτρολογία και τον σχεδιασμό τοπίου. Παρά τις προσπάθειες, οι διαδικασίες επικαιροποίησης των προγραμμάτων παραμένουν χρονοβόρες, φτάνοντας έως και τα τρία χρόνια.
Η ετερογένεια στις τάξεις είναι τεράστια: σε μία τάξη μπορεί να υπάρχουν μαθητές με πανεπιστημιακό υπόβαθρο δίπλα σε άλλους που δυσκολεύονται με βασικές μαθηματικές πράξεις. Ορισμένες σχολές αντιμετωπίζουν ακόμη και περιστατικά ακροδεξιάς συμπεριφοράς, όπως στην περίπτωση της πρώτης τάξης του Γιάννες, όπου συμμαθητές φώναζαν συνθήματα και έκαναν ναζιστικούς χαιρετισμούς.
Χαμηλοί μισθοί και πρόσθετα εμπόδια
Η χαμηλή αμοιβή αποτελεί βασικό αντικίνητρο: το 2024, οι μαθητευόμενοι σε εταιρείες με συλλογικές συμβάσεις έλαβαν κατά μέσο όρο 900 ευρώ μηνιαίως, ενώ σε μικρές επιχειρήσεις εκτός συλλογικών συμβάσεων ο μισθός μπορεί να πέσει στα 500 ευρώ. Κάποιοι εργοδότες προσπαθούν να προσφέρουν πρόσθετα κίνητρα – όπως βοήθεια για την απόκτηση άδειας οδήγησης, που συχνά ξεπερνά τα 3.000 ευρώ.
Σε απομακρυσμένες περιοχές, οι μετακινήσεις είναι άλλο ένα εμπόδιο: η απουσία καλής συγκοινωνίας μπορεί να σημαίνει ώρες ταξιδιού προς τη σχολή. Στη Λουζατία, η εταιρεία Altech σχεδιάζει τετραήμερη εργασία με πλήρεις αποδοχές, αλλά και τη δημιουργία επαγγελματικής σχολής στον ίδιο βιομηχανικό χώρο για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.
Ένα μέλλον χωρίς τεχνίτες;
Η κυβέρνηση του καγκελαρίου Φρίντριχ Μερτς έχει ανακοινώσει επενδυτικό πακέτο 500 δισ. ευρώ για υποδομές, ενέργεια και ψηφιοποίηση. Όμως οι ειδικοί προειδοποιούν: χωρίς επαρκείς εξειδικευμένους τεχνίτες, τα έργα αυτά θα καθυστερήσουν ή θα μείνουν στα χαρτιά.
«Η Γερμανία στηρίζεται στο χειροπιαστό έργο του ανθρώπινου χεριού. Αν δεν έχουμε τεχνίτες, ποιος θα το κάνει;» διερωτάται ο εκπαιδευτικός Αντρέας.