Νέα πολιτική αντιπαράθεση έχει ξεσπάσει στη Γερμανία μετά τη δήλωση του Πρωθυπουργού της Βαυαρίας και επικεφαλής της CSU, Markus Söder, ο οποίος ζητά να σταματήσει πλήρως η χορήγηση του Bürgergeld σε όλους τους Ουκρανούς πρόσφυγες.
Αντί για το επίδομα βασικής διαβίωσης, ο Söder επιμένει να λαμβάνουν μόνο τις χαμηλότερες παροχές ασύλου.
Πρόκειται για πρόταση που υπερβαίνει ακόμη και τις δεσμεύσεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, η οποία έχει ήδη συμφωνήσει (μεταξύ CDU/CSU και SPD) να περιορίσει το Bürgergeld μόνο για τους νέους αφιχθέντες από την 1η Απριλίου 2025 και μετά.
Σύμφωνα με τον Söder, το ισχύον σύστημα αποτελεί «παγκόσμια εξαίρεση» και λειτουργεί ως αντικίνητρο για ένταξη των προσφύγων στην αγορά εργασίας, παρόλο που οι περισσότεροι έχουν υψηλό μορφωτικό επίπεδο.
Όπως ανέφερε, το ποσοστό απασχόλησης μεταξύ των Ουκρανών παραμένει χαμηλό – περίπου το ένα τρίτο εργάζονται αυτή τη στιγμή στη Γερμανία.
Εσωκομματική σύγκρουση και κριτική στη σκληρή ρητορική
Η πρόταση του Söder συνάντησε αμέσως αντίδραση από τον Dennis Radtke, επικεφαλής του εργατικού βραχίονα της CDU (CDA).
Ο Radtke τόνισε ότι η στείρα, επιθετική ρητορική γύρω από το προσφυγικό και τα επιδόματα δεν προσφέρει λύσεις και κουράζει την κοινωνία.
Επέκρινε το γεγονός ότι η πολιτική συζήτηση κινείται μόνο σε επίπεδο «πιασάρικων πρωτοσέλιδων» αντί ουσιαστικής διαχείρισης.
Σημειώνεται ότι με τη συμφωνία του κυβερνητικού συνασπισμού, από την άνοιξη του 2025 οι νέοι Ουκρανοί πρόσφυγες που εισέρχονται στη Γερμανία θα λαμβάνουν μόνο τις παροχές του Asylbewerberleistungsgesetz – ένα καθεστώς παροχών σαφώς κατώτερο από το Bürgergeld.
Η μετάβαση έχει στόχο τη μείωση της γραφειοκρατίας για τα Jobcenter, αλλά η οριστική ρύθμιση παραμένει σε εκκρεμότητα. Προς το παρόν, όλοι οι Ουκρανοί – ακόμη και οι νεοεισερχόμενοι – εξακολουθούν να λαμβάνουν Bürgergeld.
Διαφορές στα ποσά και το σκεπτικό της αλλαγής
Με βάση το ισχύον πλαίσιο, ένας ενήλικος αιτών άσυλο λαμβάνει έως και 460 ευρώ τον μήνα, ενώ το Bürgergeld για ενήλικες ανέρχεται στα 563 ευρώ.
Η διαφορά αυτή ήταν ένα από τα βασικά επιχειρήματα για τη μεταφορά των Ουκρανών στα Jobcenter το καλοκαίρι του 2022: το νέο καθεστώς στόχευε στην ταχύτερη ενσωμάτωσή τους στην αγορά εργασίας, καθώς η λήψη Bürgergeld συνδέεται με περισσότερες υπηρεσίες ένταξης, όπως μαθήματα γλώσσας και πρόσβαση σε προγράμματα επαγγελματικής αποκατάστασης.
Δικαιούχοι Bürgergeld παραμένουν μόνο όσοι έχουν πολύ χαμηλό ή καθόλου εισόδημα. Το ποσοστό των αλλοδαπών μεταξύ των δικαιούχων ξεπερνά το 47%.
Για τους Ουκρανούς και τις οικογένειές τους, το κόστος το 2024 ανήλθε στα 6,3 δισ. ευρώ, σε σύνολο 46,9 δισ. ευρώ για όλο το πρόγραμμα Bürgergeld – ποσό που αυξήθηκε κατά τέσσερα δισ. ευρώ μέσα σε έναν χρόνο, κυρίως λόγω αυξήσεων των επιδομάτων λόγω πληθωρισμού.
Η πολιτική διάσταση: Εργαλεία ένταξης ή εργαλείο αποτροπής;
Οι κυβερνητικοί εταίροι, αλλά και ειδικοί στην αγορά εργασίας, υπενθυμίζουν ότι το Bürgergeld δεν είναι απλό επίδομα, αλλά συνοδεύεται από κίνητρα και προγράμματα για την είσοδο στην εργασία.
Η μείωση των επιδομάτων μπορεί μεν να αποθαρρύνει την παραμονή χωρίς εργασία, αλλά – σύμφωνα με τους ειδικούς – δεν αρκεί για να ξεπεραστούν τα σημαντικά εμπόδια στην ένταξη: έλλειψη γλώσσας, αναγνώριση πτυχίων, κοινωνική προσαρμογή.
Η δημόσια συζήτηση παραμένει έντονη: Από τη μία, πίεση για περιορισμό του κόστους και ίση μεταχείριση με άλλους πρόσφυγες, από την άλλη, η ανάγκη να δοθεί ουσιαστική στήριξη σε όσους έφτασαν στη Γερμανία κυνηγημένοι από πόλεμο, ώστε να ενταχθούν γρήγορα στην κοινωνία και στην αγορά εργασίας.