Ο Ρήνος είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος ποταμός της Δυτικής Ευρώπης, μεταφέροντας περίπου 2.800 κυβικά μέτρα νερού ανά δευτερόλεπτο στη Βόρεια Θάλασσα.
Πηγάζει από τις Ελβετικές Άλπεις, διασχίζει μεγάλο μέρος των δυτικών συνόρων της Γερμανίας με τη Γαλλία και καταλήγει σε ένα εκτεταμένο δέλτα στην Ολλανδία πριν εκβάλει στη θάλασσα.
Παράλληλα, αποτελεί έναν τεράστιο και σε μεγάλο βαθμό ανεκμετάλλευτο πόρο καθαρής ενέργειας.
Όπως μεταδίδει το BBC, η γερμανική ενεργειακή εταιρεία MVV Environment κατασκευάζει δύο γιγαντιαίες αντλίες θερμότητας που θα αντλούν νερό από τον Ρήνο, με στόχο να παρέχουν θέρμανση σε περίπου 40.000 κατοικίες.
Οι αντλίες αυτές, που ενδέχεται να είναι οι ισχυρότερες παγκοσμίως μόλις ολοκληρωθούν, λειτουργούν με παρόμοιο τρόπο με τις αντλίες θερμότητας που χρησιμοποιούνται σήμερα σε μεμονωμένα σπίτια.
Τον χειμώνα αντλούν θερμότητα από το εξωτερικό περιβάλλον, ενώ το καλοκαίρι απομακρύνουν τη θερμότητα, λειτουργώντας ουσιαστικά ως κλιματιστικά, μέσω ενός συστήματος που περιλαμβάνει συμπιεστή, ψυκτικά υγρά, εναλλάκτες και ανεμιστήρες.
Τα οφέλη της τηλεθέρμανσης
Τα πλεονεκτήματα είναι σαφή. Οι αντλίες θερμότητας είναι σημαντικά πιο ενεργειακά αποδοτικές και, κατ’ επέκταση, πιο φιλικές προς το περιβάλλον σε σύγκριση με παραδοσιακές μεθόδους θέρμανσης και ψύξης, όπως οι λέβητες φυσικού αερίου ή οι ηλεκτρικές αντιστάσεις.
Η βασική ιδέα είναι η διανομή της παραγόμενης θερμότητας σε χιλιάδες κατοικίες μέσω εκτεταμένων δικτύων τηλεθέρμανσης με ζεστό νερό ή ατμό.
Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, «η τηλεθέρμανση θα μπορούσε να καλύψει έως και το 50% των αναγκών θέρμανσης στην Ευρώπη, ενώ οι αντλίες θερμότητας θα μπορούσαν να παρέχουν περίπου το 25% της ενέργειας που μεταφέρεται μέσω των δικτύων τηλεθέρμανσης».
Συμβολικά, οι τεράστιες αντλίες που κατασκευάζει η MVV θα εγκατασταθούν στον χώρο ενός πρώην λιγνιτικού σταθμού παραγωγής ενέργειας στο Μανχάιμ της Γερμανίας, σηματοδοτώντας τη μετάβαση σε ανανεώσιμες και λιγότερο ρυπογόνες τεχνολογίες.
Παράλληλα, η επιλογή του συγκεκριμένου χώρου διευκολύνει το έργο, καθώς είναι ήδη συνδεδεμένος τόσο με το ηλεκτρικό δίκτυο όσο και με το τοπικό δίκτυο τηλεθέρμανσης.
Ένα ακόμη πλεονέκτημα είναι ότι η απαραίτητη τεχνολογία συμπιεστών έχει σε μεγάλο βαθμό αναπτυχθεί ήδη από τη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου, δίνοντας σημαντικό προβάδισμα στη μετάβαση προς μεγάλες, κεντρικές αντλίες θερμότητας.
Τα επόμενα βήματα
Η εταιρεία σκοπεύει να ξεκινήσει την κατασκευή εντός του επόμενου έτους, με ορίζοντα ολοκλήρωσης σε δύο έως τρία χρόνια.
Το έργο αυτό αποτελεί μία μόνο από τις πολλές λύσεις που βασίζονται σε αντλίες θερμότητας και βρίσκονται σε εξέλιξη σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Ένα παρόμοιο σύστημα αναπτύσσεται ήδη στο Άαλμποργκ της Δανίας, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο αντλίες θερμότητας αξιοποιούνται για την εξαγωγή θερμότητας από νερό σε εγκαταλελειμμένα ορυχεία.
Σε άλλες πόλεις, όπως το Ελσίνκι στη Φινλανδία, η θερμότητα του περιβάλλοντος αέρα χρησιμοποιείται ήδη για την τροφοδοσία των τοπικών δικτύων τηλεθέρμανσης.
Ωστόσο, το κόστος παραμένει σημαντικό εμπόδιο, καθώς οι αντλίες θερμότητας εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά ακριβές στην κατασκευή.
Το έργο στο Μανχάιμ εκτιμάται ότι θα κοστίσει περίπου 235 εκατ. δολάρια, ένα υψηλό τίμημα, αλλά μια επένδυση που μακροπρόθεσμα θεωρείται ότι αξίζει τον κόπο.
Πηγή: Economistas

