Σύμφωνα με στοιχεία της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας, ο πληθυσμός της Γερμανίας αυξήθηκε από το 1990 έως το τέλος του 2024 κατά 3,8 εκατομμύρια ανθρώπους, φτάνοντας τα 83,6 εκατ. κατοίκους.
Η αύξηση αυτή αντιστοιχεί σε περίπου 5% μέσα σε 35 χρόνια.
Η ανάπτυξη δεν καταγράφηκε ομοιόμορφα: ενώ τα δυτικά ομόσπονδα κρατίδια παρουσίασαν άνοδο 10% και έφτασαν συνολικά τα 67,5 εκατομμύρια, τα ανατολικά (χωρίς το Βερολίνο) σημείωσαν μείωση 16% και περιορίστηκαν σε 12,4 εκατομμύρια κατοίκους.
Πού αυξήθηκε και πού μειώθηκε ο πληθυσμός
Το μεγαλύτερο ποσοστό αύξησης κατέγραψε η Βαυαρία με 16%, ακολουθούμενη από τη Βάδη-Βυρτεμβέργη με 14% και τα κρατίδια Αμβούργο και Σλέσβιχ-Χόλσταϊν με 13%.
Αντίθετα, τα πιο έντονα πλήγματα υπέστησαν η Σαξονία-Άνχαλτ με μείωση 26%, η Θουριγγία με -20% και το Μεκλεμβούργο-Πομερανία με -18%.
Μετακινήσεις Ανατολής–Δύσης
Από το 1991 έως σήμερα, περίπου 1,2 εκατομμύρια περισσότεροι άνθρωποι μετανάστευσαν από την Ανατολή προς τη Δύση παρά το αντίστροφο. Σχεδόν οι μισοί από αυτούς εγκατέλειψαν τα ανατολικά κρατίδια μέσα στην πρώτη δεκαετία μετά την Επανένωση.
Αργότερα οι μετακινήσεις περιορίστηκαν, ενώ μεταξύ 2017 και 2022 παρατηρήθηκε για πρώτη φορά θετικό ισοζύγιο προς την Ανατολή.
Ωστόσο, το 2023 η τάση αυτή ανατράπηκε εκ νέου, με περισσότερους να κατευθύνονται προς τα δυτικά κρατίδια.
Η συμβολή της μετανάστευσης και της γεννητικότητας
Με εξαίρεση λίγες χρονιές, η Γερμανία καταγράφει από το 1991 σταθερά θετικό μεταναστευτικό ισοζύγιο.
Το 1991 οι νεοεισερχόμενοι ήταν κατά 600.000 περισσότεροι από τους εξερχόμενους, ενώ το 2024 το καθαρό πλεόνασμα ανήλθε σε περίπου 430.000.
Αντίθετα, οι γεννήσεις έχουν μειωθεί σημαντικά. Το 2024 γεννήθηκαν περίπου 230.000 λιγότερα παιδιά σε σχέση με το 1990.
Η γεννητικότητα έπεσε από 1,45 σε 1,35 παιδιά ανά γυναίκα, ποσοστό που επιβεβαιώνει τη συνεχιζόμενη δημογραφική πρόκληση της χώρας.