Η γερμανική κυβέρνηση ενέκρινε επίσημα μια σημαντική βελτίωση των ελάχιστων αποδοχών στη χώρα. Ο νόμιμος κατώτατος μισθός αναμένεται να αυξηθεί σε δύο στάδια και να φθάσει τα 14,60 ευρώ την ώρα έως τις αρχές του 2027.
Η απόφαση αυτή δίνει οικονομική ανάσα σε εκατομμύρια εργαζομένους, αλλά ταυτόχρονα προκαλεί ανησυχία σε πολλές επιχειρήσεις που καλούνται να καλύψουν το αυξημένο κόστος εργασίας.
Τι προβλέπει η απόφαση της κυβέρνησης
Με υπουργική απόφαση της Bärbel Bas, ο Mindestlohn θα αναπροσαρμοστεί ως εξής:
- Από 1η Ιανουαρίου 2026: 13,90 ευρώ
- Από 1η Ιανουαρίου 2027: 14,60 ευρώ
Σύμφωνα με στοιχεία του Statistischen Bundesamtes, έως και 6,6 εκατομμύρια εργαζόμενοι ενδέχεται να ωφεληθούν.
Η Bas χαρακτήρισε την αύξηση «τη μεγαλύτερη κοινωνικά συμφωνημένη ενίσχυση μισθών» από τότε που θεσπίστηκε ο κατώτατος μισθός το 2015, όταν είχε εισαχθεί στα 8,50 ευρώ.
Περισσότερη δικαιοσύνη για όσους κρατούν την οικονομία όρθια
Η υπουργός τόνισε πως η αύξηση αυτή αναγνωρίζει έμπρακτα τη συμβολή όσων εργάζονται σε θέσεις χαμηλών αποδοχών, ειδικά σε τομείς που αποδείχθηκαν κρίσιμοι τα τελευταία χρόνια, όπως το λιανεμπόριο, η εστίαση και η φροντίδα.
Παράλληλα υπενθύμισε πως η SPD είχε θέσει ως πολιτικό στόχο την επίτευξη των 15 ευρώ πιο σύντομα, κάτι που δεν κατέστη δυνατό στις τελικές διαπραγματεύσεις με CDU και CSU.
Οι φόβοι των επιχειρήσεων
Παρά την κοινωνική απήχηση, αρκετοί εργοδότες εκφράζουν έντονες ανησυχίες.
Το κόστος εργασίας για τις επιχειρήσεις που απασχολούν χαμηλόμισθους αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά:
- +2,18 δισ. ευρώ το 2026
- +3,44 δισ. ευρώ το 2027
Το Ινστιτούτο Έρευνας Αγοράς Εργασίας και Επαγγελμάτων (IAB) εκτιμά πως περίπου το 10%–12% των θέσεων εργασίας στη χώρα θα επηρεαστούν άμεσα από την αύξηση.
Η ανησυχία αφορά πιθανές περικοπές ωρών ή ακόμη και θέσεων, ιδιαίτερα σε μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις.
Θετικές επιπτώσεις στην κοινωνική συνοχή – αλλά με προκλήσεις
Σύμφωνα με το Forschungsinstitut της Bundesagentur für Arbeit, η αναπροσαρμογή αναμένεται να περιορίσει το εύρος του χαμηλόμισθου τομέα και να συμβάλει στη μείωση των εισοδηματικών ανισοτήτων.
Ωστόσο, το IAB προειδοποιεί πως η πίεση στο εργατικό κόστος θα απαιτήσει από τις επιχειρήσεις αλλαγές στη λειτουργία τους.
Οι επιπτώσεις αυτές, αν και δεν θεωρούνται αναπόφευκτα αρνητικές, ενδέχεται να μην αποτυπωθούν άμεσα.
Μία μεταρρύθμιση με οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο
Η Γερμανία εισέρχεται σε μια περίοδο προσαρμογής, όπου η ενίσχυση των χαμηλών εισοδημάτων έρχεται αντιμέτωπη με την πραγματικότητα της επιχειρηματικής βιωσιμότητας.
Ο διάλογος για το πώς θα ισορροπήσουν αυτά τα δύο θα συνεχιστεί, καθώς οι επιπτώσεις θα φανούν σταδιακά σε όλη τη χώρα.

